„Entflohene(r)“: Maskulinum und Femininum EntfloheneMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f <-n; -n> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) δραπέτης δραπέτηςMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f Entflohene(r) Entflohene(r)