„Elefantenrennen“: Neutrum, sächlich ElefantenrennenNeutrum, sächlich | ουδέτερο n humorvoll, scherzhaft | χιουμοριστικάhum Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) αγώνας ταχύτητας μεταξύ φορτηγών αγώναςMaskulinum, männlich | αρσενικό m ταχύτητας μεταξύ φορτηγών Elefantenrennen Elefantenrennen