„Einzelfall“: Maskulinum, männlich EinzelfallMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ειδική μοναδική περίπτωση ειδικήoder | ή od μοναδική περίπτωσηFemininum, weiblich | θηλυκό f Einzelfall Einzelfall