„Eintagsfliege“: Femininum, weiblich EintagsfliegeFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) εφήμερο έντομο, μετεωρική εμφάνιση εφήμερο έντομοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Eintagsfliege Eintagsfliege μετεωρική εμφάνισηFemininum, weiblich | θηλυκό f Eintagsfliege in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig Eintagsfliege in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig