Eiklar
Neutrum, sächlich | ουδέτερο n Süddeutsch | νοτιογερμανική παραλλαγήsüdd österreichische Variante | αυστριακή παραλλαγή (εκ-δοχή)österrOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- ασπράδιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n αυγούEiklarEiklar