„Eierlikör“: Maskulinum, männlich EierlikörMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) αβγό χτυπητό με ζάχαρη, γάλα και ποτό αβγό χτυπητό με ζάχαρη, γάλα και ποτό Eierlikör Eierlikör