„Echthaarperücke“: Femininum, weiblich EchthaarperückeFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) περούκα από αληθινά μαλλιά περούκαFemininum, weiblich | θηλυκό f από αληθινά μαλλιά Echthaarperücke Echthaarperücke