„Dokumentvorlage“: Femininum, weiblich DokumentvorlageFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) πρότυπο πρότυποNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Dokumentvorlage Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT Dokumentvorlage Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT