„Datumsgrenze“: Femininum, weiblich DatumsgrenzeFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) διεθνής γραμμή αλλαγής ημερομηνίας διεθνής γραμμήFemininum, weiblich | θηλυκό f αλλαγής ημερομηνίας Datumsgrenze Datumsgrenze