„charakterlos“: Adjektiv charakterlosAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) στερούμενος χαρακτηριστικών γνωρισμάτων στερούμενος χαρακτηριστικών γνωρισμάτων charakterlos charakterlos