„Bürobedarf“: Maskulinum, männlich BürobedarfMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) είδη γραφείου είδηNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl γραφείου Bürobedarf Bürobedarf