„Bremsleistung“: Femininum, weiblich BremsleistungFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ισχύς του συστήματος πέδησης ισχύςFemininum, weiblich | θηλυκό f του συστήματος πέδησης Bremsleistung Bremsleistung