„Bleierz“: Neutrum, sächlich BleierzNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) μετάλλευμα μολύβδου μετάλλευμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n μολύβδου Bleierz Bleierz