„Berufsperspektive“: Femininum, weiblich BerufsperspektiveFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) επαγγελματικές προοπτικές επαγγελματικές προοπτικέςFemininum Plural | πληθυντικός θηλυκού fpl Berufsperspektive Berufsperspektive