Benutzerkonto
Neutrum, sächlich | ουδέτερο nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- λογαριασμόςMaskulinum, männlich | αρσενικό m χρήστηBenutzerkonto Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTBenutzerkonto Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT