„Behindertensport“: Maskulinum, männlich BehindertensportMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) άθλημα για άτομα με αναπηρία άθλημαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n για άτομα με αναπηρία Behindertensport Behindertensport