„Baugrundstück“: Neutrum, sächlich BaugrundstückNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) χώρος ανέγερσης κτιρίου χώροςMaskulinum, männlich | αρσενικό m ανέγερσης κτιρίου Baugrundstück Baugrundstück