Außenrist
Maskulinum, männlich | αρσενικό mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- εξωτερικόNeutrum, sächlich | ουδέτερο n του ποδιούAußenrist Sport | αθλητισμόςSPORTAußenrist Sport | αθλητισμόςSPORT
Thank you for your feedback!