„Amtsgeschäfte“: Plural AmtsgeschäftePlural | πληθυντικός pl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) υπηρεσιακά καθήκοντα υπηρεσιακά καθήκονταNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl Amtsgeschäfte Amtsgeschäfte