„χαϊδεύομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα χαϊδεύομαι [xaiˈðevome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) kuscheln, schmusen kuscheln, schmusen χαϊδεύομαι χαϊδεύομαι