„χαδιάρης“ χαδιάρης [xaðiˈaris], χαδιάρης, χαδιάρεςεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) anschmiegsam anschmiegsam χαδιάρης χαδιάρης