φτωχογειτονιά
[ftoxojitoˈɲa]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Armenviertelουδέτερο | Neutrum, sächlich nφτωχογειτονιάSlumαρσενικό | Maskulinum, männlich mφτωχογειτονιάφτωχογειτονιά