φτηναίνω
[ftiˈneno]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-υνα>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- verbilligen, billiger machenφτηναίνω κάνω πιο φτηνόφτηναίνω κάνω πιο φτηνό
φτηναίνω
[ftiˈneno]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i <-υνα>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)