„φραγκόκοτα“: θηλυκό φραγκόκοτα [fraŋˈgokota]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Perlhuhn Perlhuhnουδέτερο | Neutrum, sächlich n φραγκόκοτα φραγκόκοτα