φλούδα
[ˈfluða]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Rindeθηλυκό | Femininum, weiblich fφλούδα δέντρουφλούδα δέντρου
- Schaleθηλυκό | Femininum, weiblich fφλούδα φρούτουφλούδα φρούτου
- Hülseθηλυκό | Femininum, weiblich fφλούδα δημητριακούφλούδα δημητριακού
examples
- φλούδιουδέτερο | Neutrum, sächlich n πατάταςKartoffelschaleαρσενικό | Maskulinum, männlich m