„φλαμένκο“: ουδέτερο φλαμένκο [flaˈmenko]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Flamenco Flamencoαρσενικό | Maskulinum, männlich m φλαμένκο φλαμένκο