„υφαίνω“: μεταβατικό ρήμα υφαίνω [iˈfeno]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-άνα; -ά(ν)θηκα; -ασμένος> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) weben weben υφαίνω υφαίνω