„υποβιβάζομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα υποβιβάζομαι [ipoviˈvazome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) absteigen absteigen υποβιβάζομαι στο ποδόσφαιρο υποβιβάζομαι στο ποδόσφαιρο