υπερμεγέθης
[ipermeˈjeθis], υπερμεγέθης, υπερμεγέθεςεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- überdimensional, überlebensgroßυπερμεγέθηςυπερμεγέθης
Thank you for your feedback!