„υγιής“ υγιής [ijiˈis], υγιής, υγιέςεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) gesund gesund υγιής σωματικά, ψυχικά, μια κατάσταση υγιής σωματικά, ψυχικά, μια κατάσταση