τρενάκι
[treˈnakji]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Spielzeugeisenbahnθηλυκό | Femininum, weiblich fτρενάκιτρενάκι
- Berg-und-Tal-Bahnθηλυκό | Femininum, weiblich fτρενάκι λούνα παρκAchterbahnθηλυκό | Femininum, weiblich fτρενάκι λούνα παρκτρενάκι λούνα παρκ