Greek-German translation for "τοίχωμα"
"τοίχωμα" German translation
αγγειακό τοίχωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Gefäßwandθηλυκό | Femininum, weiblich f
αγγειακό τοίχωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
κοιλιακό τοίχωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Bauchdeckeθηλυκό | Femininum, weiblich f
κοιλιακό τοίχωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ρινικό τοίχωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Nasenscheidewandθηλυκό | Femininum, weiblich f
ρινικό τοίχωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
οπίσθιο τοίχωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Rückwandθηλυκό | Femininum, weiblich f
οπίσθιο τοίχωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n