„Τετάρτη“: θηλυκό Τετάρτη [teˈtarti]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Mittwoch Mittwochαρσενικό | Maskulinum, männlich m Τετάρτη Τετάρτη examples την Τετάρτη am Mittwoch την Τετάρτη κάθε Τετάρτη mittwochs κάθε Τετάρτη