„σφύρα“: θηλυκό σφύρα [ˈsfira]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Hammer Hammerαρσενικό | Maskulinum, männlich m σφύρα αθλητισμός | Sportαθλ σφύρα αθλητισμός | Sportαθλ