συντήρηση
[sinˈdirisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Erhaltungθηλυκό | Femininum, weiblich fσυντήρησηKonservierungθηλυκό | Femininum, weiblich fσυντήρησησυντήρηση
- Instandhaltungθηλυκό | Femininum, weiblich fσυντήρηση εξοπλισμούσυντήρηση εξοπλισμού
- Aufbewahrungθηλυκό | Femininum, weiblich fσυντήρηση τροφίμωνσυντήρηση τροφίμων
- Unterhaltαρσενικό | Maskulinum, männlich mσυντήρηση οικογένειαςσυντήρηση οικογένειας
- Wartungθηλυκό | Femininum, weiblich fσυντήρηση αυτοκινήτουσυντήρηση αυτοκινήτου
- Restaurierungθηλυκό | Femininum, weiblich fσυντήρηση κτηρίουσυντήρηση κτηρίου
examples
- συντήρηση ιστορικών μνημείωνDenkmal(s)pflegeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- συντήρηση των κτιρίων της παλιάς πόληςAltstadtsanierungθηλυκό | Femininum, weiblich f