„συλληφθείς“: αρσενικό συλληφθείς [silifˈθis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m, συλληφθείσα [silifˈθisa]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Festgenommene, Verhaftete Festgenommene(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f συλληφθείς Verhaftete(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f συλληφθείς συλληφθείς