στάδιο
[ˈstaðio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Stadionουδέτερο | Neutrum, sächlich nστάδιο αθλητικός χώροςστάδιο αθλητικός χώρος
- Stadiumουδέτερο | Neutrum, sächlich nστάδιο φάσηστάδιο φάση
examples
- στάδιο εργασίαςArbeitsgangαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- στάδιο κατασκευήςBauabschnittαρσενικό | Maskulinum, männlich m