„σαγήνη“: θηλυκό σαγήνη [saˈjini]θηλυκό | Femininum, weiblich f μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Schmelz Schmelzαρσενικό | Maskulinum, männlich m σαγήνη σαγήνη