„ρεπόρτερ“: αρσενικό και θηλυκό ρεπόρτερ [reˈporter]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Reporter Reporterαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f ρεπόρτερ ρεπόρτερ