„Πυρηναία“: πληθυντικός ουδετέρου Πυρηναία [piriˈnea]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Pyrenäen Pyrenäenπληθυντικός | Plural pl Πυρηναία Πυρηναία