„ποδόλουτρο“: ουδέτερο ποδόλουτρο [poˈðolutro]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Fußbad Fußbadουδέτερο | Neutrum, sächlich n ποδόλουτρο ποδόλουτρο