„περιφορά“: θηλυκό περιφορά [perifoˈra]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Umlauf Umlaufαρσενικό | Maskulinum, männlich m περιφορά αστρονομία | Astronomieαστρον περιφορά αστρονομία | Astronomieαστρον