παραπομπή
[parapomˈbi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Weiterleitungθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραπομπή υποθέσεωςπαραπομπή υποθέσεως
- Verweisαρσενικό | Maskulinum, männlich mπαραπομπή σε βιβλίοQuerverweisαρσενικό | Maskulinum, männlich mπαραπομπή σε βιβλίοπαραπομπή σε βιβλίο
- Fußnoteθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραπομπή υποσημείωσηπαραπομπή υποσημείωση
- Überweisungθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραπομπή ασθενούςπαραπομπή ασθενούς