παραλήπτρια
[paraˈliptria]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Empfängerinθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραλήπτρια επιστολήςπαραλήπτρια επιστολής
- Adressatinθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραλήπτρια γράμματος, κτλπαραλήπτρια γράμματος, κτλ
examples
- παραλήπτρια επιδόματος σπουδώνBAföG-Empfängerinθηλυκό | Femininum, weiblich f