παραδέχομαι
[paraˈðexome]αποθετικό ρήμα | Deponens depμεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- akzeptieren, annehmenπαραδέχομαι δέχομαιπαραδέχομαι δέχομαι
- eingestehen, zugeben, einräumenπαραδέχομαι ομολογώπαραδέχομαι ομολογώ