παραβάτης
[paraˈvatis]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Delinquentαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραβάτηςπαραβάτης
examples
- παραβάτης νόμουGesetzesbrecherαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
- παραβάτης ορίου ταχύτηταςTemposünderαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
- παραβάτης στάθμευσηςFalschparkerουδέτερο | Neutrum, sächlich n, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f