παιδεύω
[peˈðevo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- quälenπαιδεύω ταλαιπωρώπαιδεύω ταλαιπωρώ
- schikanierenπαιδεύω κάνω καψόνιαπαιδεύω κάνω καψόνια
Thank you for your feedback!