πάθη
[ˈpaθi]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural nplOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Leidenπληθυντικός | Plural plπάθηπάθη
examples
- πάθη του ΧριστούPassionsspielουδέτερο | Neutrum, sächlich n