ομιλήτρια
[omiˈlitria]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Rednerinθηλυκό | Femininum, weiblich fομιλήτριαReferentinθηλυκό | Femininum, weiblich fομιλήτριαομιλήτρια
- Sprecherinθηλυκό | Femininum, weiblich fομιλήτρια εκφωνήτριαAnsagerinθηλυκό | Femininum, weiblich fομιλήτρια εκφωνήτριαομιλήτρια εκφωνήτρια
examples
- ομιλήτρια μητρικής γλώσσαςMuttersprachlerinθηλυκό | Femininum, weiblich f