„νότιος“: επίθετο, ως επίθετο νότιος [ˈnotios]επίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj, νότια, νότιο Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) südlich, Süd- südlich, Süd- νότιος νότιος examples στα νότια südlich (+γενική | +Genitiv+gen /+γενική | +Genitiv +genή | oder od von) στα νότια Νότια Αμερικήθηλυκό | Femininum, weiblich f Südamerikaουδέτερο | Neutrum, sächlich n Νότια Αμερικήθηλυκό | Femininum, weiblich f Νότια Ασίαθηλυκό | Femininum, weiblich f Südasienουδέτερο | Neutrum, sächlich n Νότια Ασίαθηλυκό | Femininum, weiblich f Νότια Αφρικήθηλυκό | Femininum, weiblich f Südafrikaουδέτερο | Neutrum, sächlich n Νότια Αφρικήθηλυκό | Femininum, weiblich f Νότια Γερμανίαθηλυκό | Femininum, weiblich f Süddeutschlandουδέτερο | Neutrum, sächlich n Νότια Γερμανίαθηλυκό | Femininum, weiblich f Νότια Ευρώπηθηλυκό | Femininum, weiblich f Südeuropaουδέτερο | Neutrum, sächlich n Νότια Ευρώπηθηλυκό | Femininum, weiblich f Νότια Κορέαθηλυκό | Femininum, weiblich f Südkoreaουδέτερο | Neutrum, sächlich n Νότια Κορέαθηλυκό | Femininum, weiblich f νότιο ημισφαίριοουδέτερο | Neutrum, sächlich n Südhalbkugelθηλυκό | Femininum, weiblich f νότιο ημισφαίριοουδέτερο | Neutrum, sächlich n Νότιος Πόλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m Südpolαρσενικό | Maskulinum, männlich m Νότιος Πόλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m hide examplesshow examples „νότιος“: αρσενικό και θηλυκό νότιος [ˈnotios]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Südländer Südländerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f νότιος νότιος